Τετράδη
Смотреть что такое "Τετράδη" в других словарях:
Τετράδη — η, Ν βλ. τέταρτος … Dictionary of Greek
τέταρτος — η, ο / τέταρτος, άρτη, ον, ΝΜΑ, και διαλ. τ. θηλ. ως κύριο όν. Τετράδη και επικ. τ. τέτρατος και βοιωτ. τ. πέτρατος Α (τακτικό αριθμτ.) 1. αυτός που σε μια αριθμητική σειρά κατέχει τη θέση η οποία αντιστοιχεί στον αριθμό τέσσερα (α. «ήλθε… … Dictionary of Greek
Τετάρτη — η, ΝΜΑ, και διαλ. τ. Τετράδη Ν βλ. τέταρτος … Dictionary of Greek
Τετραδοπαρασκευή — ἡ, Μ η Τετάρτη και η Παρασκευή. [ΕΤΥΜΟΛ. < Τετράδη «Τετάρτη» + Παρασκευή] … Dictionary of Greek
τετραδιάτικος — η, ο, Ν αυτός που αναφέρεται στην Τετάρτη. επίρρ... τετραδιάτικα Ν κατά την Τετάρτη. [ΕΤΥΜΟΛ. < Τετράδη «τετάρτη» + κατάλ. ιάτικος (πρβλ. δευτερ ιάτικος, μην ιάτικος)] … Dictionary of Greek
ВЕЛИКИЕ ПОНЕДЕЛЬНИК, ВТОРНИК, СРЕДА — Первые 3 дня Страстной cедмицы, начало непосредственной подготовки к празднику Пасхи. Главным содержанием богослужения этих дней является размышление о приближающемся воспоминании Страстей Господних. Кроме того, эти дни посвящены притчам и… … Православная энциклопедия